Του Σταύρου Τζίμα
Λουσμένη στο φως χιλιάδων λαμπιονιών και επιβλητικών πολυελαίων η «Πριγκίπισσα Ραμάντα» υποδεχόταν τους χιλιάδες καλεσμένους με σαμπάνια, εκλεκτούς μεζέδες και υποσχέσεις για ένα αύριο μακριά από την γκρίζα πραγματικότητα. Παραδίπλα, το «Φλαμίνγκο», φτιασιδωμένο και αυτό, τη συναγωνιζόταν σε εμπόριο ελπίδας και λίγο παρακάτω το «Απολλωνία», σταθερή αξία για τους μυημένους, προέβαλε το ισχυρό του χαρτί, την «ιστορία» δεκαετιών και το «σοφιστικέ» προφίλ.
Ημέρες εορτών και το «Λας Βέγκας» των Βαλκανίων, η Γευγελή, είχε την τιμητική της. Οι δοκιμαζόμενοι από την οικονομική κρίση Ελληνες, σχημάτιζαν ουρές στον μεθοριακό σταθμό των Ευζώνων, για να δοκιμάσουν την τύχη τους σε ένα από τα καζίνο, μια δρασκελιά μέσα στη FYROM. Μερικά χιλιόμετρα παραπάνω, στη συνοριακή διάβαση της Δοϊράνης, η ροή των αυτοκινήτων προς την ομώνυμη πόλη της γείτονος ήταν ιδιαίτερα αυξημένη όλο αυτό το διάστημα. Αλλα δύο καζίνο, εκ των οποίων το ένα τέθηκε σε λειτουργία μόλις πριν από ένα χρόνο, όταν η τύχη της Ελλάδας ως προς την άτακτη χρεοκοπία κρεμόταν σε μια κλωστή, περίμεναν τους Ελληνες πελάτες. Στα πάρκινγκ των ναών του τζόγου δεν χωρούσε κουνούπι από τα σταθμευμένα αυτοκίνητα. Μια ματιά στις πινακίδες κυκλοφορίας έφτανε να δει κανείς ότι είχαν καταφθάσει από Κιλκίς, Πιερία, Ημαθία, Πέλλα, Θεσσαλονίκη, Δράμα, Λαμία, Ιωάννινα, Καρδίτσα κ.λπ. Οσο για τις μάρκες, και έχει αυτό τη σημασία του, δεν υπήρχαν Porsche και Mercedes. Στο σύνολό τους ήταν «λαϊκά» Ι.Χ. και πολλά, πάρα πολλά, αγροτικά ημιφορτηγά.
Λεωφορεία μισθωμένα από τα καζίνο μετέφεραν από τη «νεκρή ζώνη» όσους είχαν αφήσει τα αυτοκίνητά τους στο ελληνικό τελωνείο και άλλα κουβαλούσαν παίκτες από Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Κατερίνη κ.α., ενώ οι δωδεκάμετρες λιμουζίνες με τα φιμέ τζάμια για τους «υψηλούς πελάτες» πηγαινοέρχονταν αδιάκοπα μεταξύ Θεσσαλονίκης-Ευζώνων.
Ο κ. Γιάννης Δ., διπλωμάτης, πήγε στο «Princess Ramada» για ρεβεγιόν Πρωτοχρονιάς με Ευρωπαίο συνάδελφό του που υπηρετεί στα Σκόπια και είπαν να μοιράσουν την απόσταση. «Εμεινα άναυδος με αυτό που είδα. Υπήρχαν γύρω στους 2.500 θαμώνες, από τους οποίους ζήτημα είναι αν οι 300 ήταν Σκοπιανοί. Οι άλλοι ήταν όλοι Ελληνες και φαίνονταν άνθρωποι της υπαίθρου. Κατέβαζαν σαμπάνια και άλλα ποτά που σέρβιρε δωρεάν το καζίνο, πηγαινοέρχονταν στους μπουφέδες, με επίσης δωρεάν φαγητό, οι κουλοχέρηδες και τα άλλα μηχανάκια είχαν πάρει φωτιά και όλοι κρατούσαν στο χέρι το μαγικό χαρτάκι για την κλήρωση του λαχνού με μερικές δεκάδες χιλιάδες ευρώ, που ήταν το πρωτοχρονιάτικο δόλωμα του μαγαζιού. Ο συνάδελφός μου εντυπωσιάστηκε και με ρώτησε πώς εξηγείται, με τέτοια κρίση στην Ελλάδα να τρέχουν τόσοι άνθρωποι στα καζίνο. Το απέδωσα στις ημέρες των εορτών, αλλά στην επόμενη ερώτησή του, πώς δηλαδή συντηρούνται τόσα καζίνο στα σύνορα με τους Ελληνες να παίζουν μια φορά τον χρόνο, δεν είχα πειστική απάντηση…».
Παίζουν τις επιδοτήσεις
Ας μην αναζητηθούν οι τζογαδόροι της Γευγελής σε λίστες Λαγκάρντ ή Λιχτενστάιν κ.λπ., αλλά στο χωράφι, στο εμπορικό κατάστημα, στη μικρομεσαία επιχείρηση, στο νοικοκυριό. Ο εκδότης-δημοσιογράφος των εφημερίδων «Ειδήσεις» και «Πρωινή» του Κιλκίς, κ. Κώστας Τερζενίδης, με άρθρα και σχόλια αναδεικνύει με κάθε ευκαιρία το καρκίνωμα που κατατρώει τις τοπικές οικονομίες, διαλύει οικογένειες και απειλεί τη συνοχή των κοινωνιών. «Είναι αρρώστια, καταστρέφονται οικογένειες. Τα λεφτά των αγροτών καταλήγουν στους κουλοχέρηδες. Λίγο πριν από τις γιορτές τα καζίνο είχαν «πανηγύρι» γιατί έπεσε χρήμα στον γεωργικό κόσμο της περιοχής από επιδοτήσεις και επιστροφές φόρου πετρελαίου. Μιλάμε για εκατομμύρια. Αυτό δεν γίνεται μόνο τις γιορτές, αλλά όλο τον χρόνο τα Σαββατοκύριακα. Προσπαθούμε μέσω των εφημερίδων με συνεχή άρθρα και σχόλια να αποτρέψουμε όσους περισσότερους ανθρώπους μπορούμε να παίζουν τις περιουσίες τους στη ρουλέτα και τα μηχανάκια. Πολλές φορές δεν διστάζουμε να ερεθίζουμε το «εθνικό τους φιλότιμο», με την έννοια ότι δίνουν τα λεφτά τους στους Σκοπιανούς ή στους Τούρκους ιδιοκτήτες καζίνο, αλλά τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά. Οσο για τους ισχυρισμούς ότι δήθεν καταφεύγουν στα καζίνο για δωρεάν φαγητό και διασκέδαση, αυτά είναι για να δικαιολογούν το πάθος τους. Τα καζίνο δεν χάνουν ποτέ. Μαζί με το σάντουιτς και τη σαμπάνια, όταν φτάνουν σε κατάσταση ευθυμίας, ακουμπούν τον οβολό τους και στον κουλοχέρη. Αυτή είναι η αλήθεια για όσους ξέρουν τι γίνεται στη Γευγελή», λέει.
Καθημερινή