Σημαντική διείσδυση των υπηρεσιών πληροφοριών στις ΗΠΑ, πλέον και στα αμερικανικά Πανεπιστήμια, αποκαλύπτει ο ανθρωπολόγος David Price, σε συνέντευξή του στο Democracy Now.
Ο καθηγητής David Price, που είχε δημοσιεύσει σχετικό άρθρο στο περιοδικό CounterPunch, εξήγησε στην Amy Goodman τις διαστάσεις που έχει αρχίσει να παίρνει αυτή η πρακτική, η οποία εκτιμά ότι έχει ξεκινήσει περίπου 20 χρόνια πριν. Στόχος, η «στρατολόγηση» των νέων ταλαντούχων επιστημόνων στις υπηρεσίες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Σύμφωνα με τις εν λόγω αποκαλύψεις, ο ρόλος της CIA στις Πανεπιστημιουπόλεις σε όλη την αμερικανική επικράτεια, έχει αναδειχθεί σε ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς – όπως όλα δείχνουν – οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες έχουν «βάλει στο μάτι» τα Πανεπιστήμιαπροκειμένου να χρησιμοποιήσουν το νέο εκπαιδευόμενο δυναμικό για την ενίσχυση των σχεδίων τους στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Όπως αποκαλύπτει ο David Price, οι μυστικές υπηρεσίες έχουν τοποθετήσει πράκτορες σε 22 Πανεπιστήμια τα τελευταία 4 χρόνια. Η CIA, το FBI, η Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας, η Υπηρεσία Αμυντικών Πληροφοριών και η Homeland Security, έχουν βοηθήσει στη δημιουργία Κέντρων ICCAEs (Intelligence Community Centers for Academic Excellence), με στόχο τη δημιουργία μακροπρόθεσμων προγραμμάτων σε Πανεπιστήμια και Κολέγια που θα «στρατολογούν» νέα «ταλέντα» για τις υπηρεσίες.
Το πιθανότερο ωστόσο είναι αυτή η διαδικασία να έχει ξεκινήσει πριν από 20 χρόνια περίπου, επισημαίνει ο καθηγητής, όταν τα Πανεπιστήμια άρχισαν να στρέφονται περισσότερο προς ένα επιχειρησιακό μοντέλο, όπου η χρηματοδότηση θα έρχεται όχι απευθείας από τους καθηγητές, αλλά από εξω-πανεπιστημιακές πηγές. Από την 11η Σεπτεμβρίου όμως και μετά, έγινε μια δραματική στροφή προς αυτή την κατεύθυνση, με εμπνευστή τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, George Bush, μέλη του Κογκρέσου και μέλη της κοινότητας πληροφοριών (intelligence community) του Πενταγώνου. Bασικό επιχείρημα των προαναφερθέντων για να κερδίσουν την «κοινή γνώμη» προς αυτή την κατεύθυνση, αποτέλεσε ο ισχυρισμός από τη μεριά τους ότι το χτύπημα θα μπορούσε να είχε προληφθεί εάν υπήρχαν καλύτεροι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ κοινότητας πληροφοριών και ακαδημαϊκών.
Έτσι – για άλλη μια φορά – το γεγονότος της 11ης Σεπτεμβρίου έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης, ανοίγοντας το δρόμο για την εφαρμογή αμφιλεγόμενων μέτρων. Αντίστοιχα και στο χώρο της εκπαίδευσης. Από τότε και μετά, εξηγεί ο καθηγητής, άρχισαν να βγαίνουν πολλά προγράμματα όπως το Pat Roberts Intelligence Scholars Program ή το Intelligence Community Scholars Program, τα οποία συνδέουν (κρυφά) σπουδαστές με μυστικές υπηρεσίες και τους «φυτεύουν» στις Πανεπιστημιουπόλεις σε υποτροφίες και προγράμματα όπως το Minerva Consortium για το Πεντάγωνο. Αυτό το τελευταίο μάλιστα, είναι ιδιαίτερα επιθετικό, τονίζει ο David Price. Έχουν ήδη εγκαθιδρυθεί σε 22 Πανεπιστημιουπόλεις τέτοια κέντρα όπου σπουδαστές συνεργάζονται με υπηρεσίες πληροφοριών. Αυτό, μπόρεσε να επιτευχθεί κάτω από τον δημόσια εκπεφρασμένο ισχυρισμό ότι κάτι τέτοιο θα βοηθούσε στη βελτίωση των υπηρεσιών πληροφοριών. Ωστόσο, η σοβαρότερη συνέπεια που μπορεί να έχει αυτή η εξέλιξη, δεν είναι φυσικά η βελτίωση των υπηρεσιών πληροφοριών – επισημαίνει ο καθηγητής – αλλά το γεγονός ότι αυτές οι υπηρεσίες και η επιζήμια κουλτούρα τους θα αρχίσουν να διεισδύουν και να εδραιώνουν την παρουσία τους στις Πανεπιστημιουπόλεις.
Ένα βασικό πρόβλημα που εντοπίζει ο καθηγητής David Price, είναι ότι η γνώση της ίδιας της πανεπιστημιακής κοινότητας γύρω από αυτό το θέμα είναι αποσπασματική. Όπως εξηγεί, το άρθρο του στο περιοδικό CounterPunch αποσκοπούσε στην πληρέστερη ενημέρωση γύρω από το θέμα της εγκαθίδρυσης πλέον αυτών των κέντρων ICCAEs σε μια σειρά από Πανεπιστημιουπόλεις. Το αξιοσημείωτο είναι ότι βρήκε πρόσβαση σε έναν αρκετά σημαντικό αριθμό εγγράφων του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, που φανέρωναν ότι υπήρξε έντονη κατακραυγή εναντίον αυτών των προγραμμάτων, όταν βρίσκονταν ακόμα στο στάδιο του σχεδιασμού. Υπηρεσιακές σημειώσεις μελών του τμήματος Ανθρωπολογίας, του Κέντρου Νοτιοανατολικών Σπουδών, του Ταμείου Διεθνών Σπουδών, των Λατινοαμερικανικών Σπουδών, του Jackson School of International Studies, ήταν ανάμεσα στο υλικό με το οποίο ήρθε σε επαφή. Στο υλικό εμπεριέχονταν έντονες διαμαρτυρίες ενάντια στην εγκαθίδρυση αυτών των Κέντρων, που αναδείκνυαν το «μαύρο» παρελθόν της CIA. Ωστόσο, η διοίκηση του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον – όπως και άλλων ιδρυμάτων – παρέκαμψαν αυτές τις κριτικές και εγκαθίδρυσαν τελικά αυτά τα Κέντρα.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Αμερικανού ανθρωπολόγου Montgomery McFate, που έχει συμμετάσχει σε πρωτοβουλίες να χρησιμοποιηθεί η ανθρωπολογία για μιλιταριστικούς σκοπούς. Η πιο γνωστή περίπτωση είναι η εφαρμογή ενός προγράμματος ειδικών ομάδων που περιλαμβάνουν κοινωνικούς επιστήμονες – ο στόχος είναι να χρησιμοποιήσουν ανθρωπολόγους, αλλά συναντούν δυσκολία στο να πείσουν ανθρωπολόγους να ενταχθούν στις ομάδες, για ανθρωπιστικούς λόγους – και ενσωματώνονται στα αμερικανικά στρατεύματα και τώρα στους Πεζοναύτες, στη βάση ενός πειραματικού προγράμματος στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Και φυσικά, ο ισχυρισμός είναι ότι ο στόχος αυτός των ομάδων είναι «ανθρωπιστικός» προκειμένου να μειωθούν οι βλαπτικές συνέπειες των επεμβάσεων στις εν λόγω περιοχές, επισημαίνει ο David Price, προσθέτοντας ότι κάθε άλλο παρά ανθρωπιστικός είναι ο ρόλος των εν λόγω ομάδων. Το αντίθετο μάλιστα. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά αμφιλεγόμενο πρόγραμμα, διευκρινίζει. Πριν δύο μήνες, ο Αμερικανικός Σύλλογος Ανθρωπολόγων έλαβε μια εκτεταμένη αναφορά που υπογράμμιζε τα προβλήματα που προκαλούν αυτές οι ομάδες, εισάγοντας ουσιαστικά άλλη μια καταδίκη του προγράμματος, καταλήγει.
tvxs.gr