Βρισκόμαστε στο 480 π.Χ.
Γράφει ο Ηρόδοτος
1. Οι Έλληνες που αποτέλεσαν τη ναυτική δύναμη ήταν οι ακόλουθοι. Οι Αθηναίοι επάνδρωσαν εκατόν είκοσι επτά πλοία. Τα πλοία αυτά, κατά ένα μέρος, τα συμπλήρωσαν Πλαταιείς, που ανέλαβαν αυτή την υπηρεσία σπρωγμένοι από το θάρρος και τον πατριωτισμό τους, μολονότι είχαν πλήρη άγνοια για τα πλοία. Παραχωρήθηκαν σαράντα από την Κόρινθο, είκοσι από τα Μέγαρα, άλλα είκοσι από την Αθήνα, επανδρωμένα με πληρώματα από τη Χαλκίδα, δεκαοχτώ από την Αίγινα, δώδεκα από τη Σικυώνα, δέκα από τη Σπάρτη οχτώ από την Επίδαυρο, επτά από την Ερέτρια, πέντε από την Τροιζήνα, δύο από τα Στύρα και δύο πλοία μαζί με δύο πεντηκοντόρους (με πενήντα κουπιά) από την Κέα. Τέλος, οι Οπούντιοι λοκροί συνέβαλαν με επτά πεντηκοντόρους.
2. Αυτοί, λοιπόν, ήταν που αποτελούσαν το στράτευμα στο Αρτεμίσιο, καθώς και ο αριθμός των πλοίων που έδωσε ο καθένας. Η συνολική δύναμη του στόλου, εκτός από πεντηκοντόρους, ήταν διακόσια εβδομήντα ένα πολεμικά πλοία. Στρατηγός ορίστηκε ο Σπαρτιάτης Ευρυβιάδης, γιος του Ευρυκλείδη, γιατί τα άλλα μέλη της συμμαχίας απαίτησαν Λακεδαιμόνιο ναύαρχο, δηλώνοντας ότι διαφορετικά δεν θα ακολουθούσαν τους Αθηναίους και απειλούσαν ότι θα διαλύσουν το στράτευμα.
3. Από την αρχή πριν ακόμα ζητηθεί η συμπαράσταση της Σικελίας υπήρχαν πολλές συζητήσεις για το αν ήταν σωστό να παραχωρηθεί στην Αθήνα η διοίκηση του στόλου· στην πρόταση αυτή, όμως, διαφώνησαν οι άλλοι σύμμαχοι και οι Αθηναίοι υποχώρησαν. Φρόντιζαν πολύ για τη σωτηρία της Ελλάδας και κατάλαβαν ότι μια διαμάχη με αντικείμενο την αρχηγία θα οδηγούσε σίγουρα στον όλεθρο της Ελλάδας. Και σωστά σκέφτηκαν. Γιατί ο εσωτερικός σπαραγμός είναι χειρότερος από τον πόλεμο ενωμένων δυνάμεων για τη διαφύλαξη της ειρήνης όσο ακριβώς ο πόλεμος είναι χειρότερος από την ειρήνη. Επειδή το γνώριζαν καλά, δεν πρόβαλαν αντίρρηση αλλά παραιτήθηκαν από την αξίωσή τους, γιατί τους χρειάζονταν, όπως το έδειξαν καθαρά. Όταν έδιωξαν τους Πέρσες από την Ελλάδα και πολεμούσαν για να κυριεύσουν τη χώρα τους οι Αθηναίοι χρησιμοποίησαν ως πρόφαση την αλαζονεία του Παυσανία για να αποσπάσουν την ηγεμονία από τους Λακεδαιμονίους. Αυτά βέβαια έγιναν αργότερα.
4. Όταν οι Έλληνες, φτάνοντας στο Αρτεμίσιο, είδαν τον τεράστιο στόλο αραγμένο στους Αφέτες κι όλη τη γύρω περιοχή να κατακλύζεται από στρατό, κατάλαβαν ότι τα πράγματα ήταν πολύ δυσκολότερα απ’ ό,τι περίμεναν. Τους κυρίεψε πανικός κι άρχισαν να συζητούν αν έπρεπε να φύγουν από το Αρτεμίσιο προς το εσωτερικό της Ελλάδας. Όταν αντιλήφθηκαν οι Ευβοείς τι σχεδίαζαν, ικέτεψαν τον Ευρυβιάδη να περιμένει τουλάχιστον να μεταφέρουν τα παιδιά και τους σκλάβους τους σε ασφαλές έδαφος. Όταν αρνήθηκε αυτός, πήγαν στο Θεμιστοκλή, τον Αθηναίο ναύαρχο και, εξαγοράζοντάς τον με τριάντα τάλαντα, τον έπεισαν να φροντίσει να μείνει ο Ελληνικός στόλος στην ακτή της Εύβοιας και να κάνουν εκεί τη ναυμαχία.
5. Ο Θεμιστοκλής για να κρατήσει τους Έλληνες μηχανεύτηκε το εξής σχέδιο. Έδωσε στον Ευρυβιάδη, προσωπικό δώρο δήθεν από τον ίδιο, πέντε τάλαντα από τα χρήματα αυτά. Εκείνος πείστηκε. Ένας από τους υπόλοιπους διοικητές αντιδρούσε ακόμα· ο Κορίνθιος Αδείμαντος, γιος του Ωκύτου, που δήλωσε μάλιστα ότι θα απέσυρε τα πλοία του από το Αρτεμίσιο και δε θα παρέμενε άλλο. Σ’ αυτόν, λοιπόν, απευθύνθηκε τώρα ο Θεμιστοκλής με όρκο: «Ποτέ δε θα μας αφήσεις· γιατί εγώ θα σου δώσω μεγαλύτερα δώρα, απ’ όσα θα σου χάριζε ποτέ ο Πέρσης βασιλιάς, για να εγκαταλείψεις τους συμμάχους». Και, χωρίς άλλη καθυστέρηση, έστειλε στο πλοίο του Αδείμαντου τρία ασημένια τάλαντα. Αυτοί λοιπόν θαμπώθηκαν από τα δώρα και πείστηκαν· το αίτημα του λαού της Εύβοιας ικανοποιήθηκε, αλλά κι ο Θεμιστοκλής κέρδισε κάτι, αφού κράτησε τα υπόλοιπα χρήματα. Κανείς δεν ήξερε ότι τα είχε και οι δυο άνδρες που είχαν πάρει μερίδιο πίστευαν ότι προέρχονταν από την Αθήνα, ειδικά γι αυτό το σκοπό.
6. Έτσι λοιπόν έμειναν στην Εύβοια και ναυμάχησαν. Τα γεγονότα έγιναν περίπου έτσι. Οι βάρβαροι έφτασαν στους Αφέτες νωρίς το απόγευμα και βεβαιώθηκαν ότι είχαν σωστές πληροφορίες, ότι δηλαδή μια μικρή ελληνική δύναμη είχε συγκεντρωθεί στο Αρτεμίσιο. Μόλις τα είδαν, τους κατέλαβε η ανυπομονησία να επιτεθούν με την ελπίδα ότι θα κυρίευαν τα εχθρικά πλοία. Δεν έκριναν σωστό να επιτεθούν εναντίον τους από μπροστά γιατί υπήρχε ο κίνδυνος, όταν τους έβλεπαν οι Έλληνες να πλησιάζουν, να δείλιαζαν, με αποτέλεσμα, αφού σύντομα θα έπεφτε το σκοτάδι, να ξεφύγουν. Και έτσι θα σώζονταν με τη φυγή, ενώ ήταν αποφασισμένοι να μην αφήσουν ούτε έναν πυρφόρο ιερέα να ξεφύγει ζωντανός.
7. Κατέστρωναν τα σχέδιά τους μ’ αυτό τον σκοπό. Χώρισαν μια μοίρα διακοσίων πλοίων με τη διαταγή να πλεύσουν έξω από τη Σκιάθο για να μη γίνουν αντιληπτοί από τον εχθρό κι έπειτα να κατευθυνθούν προς την Εύβοια και τα στενά του Ευρίπου, από τον Καφηρέα και τη Γεραιστό. Σχεδίαζαν να παγιδεύσουν τους Έλληνες, αφού τα πλοία έρθουν από το μέρος εκείνο και τους κλείσουν τη διέξοδο από πίσω, ενώ η κύρια δύναμη του στόλου θα τους πίεζε από μπροστά. Μ’ αυτές τις αποφάσεις, λοιπόν, ξεκίνησαν τα διακόσια πλοία, ενώ το κύριο σώμα περίμενε· γιατί είχαν αποφασίσει να μην επιτεθούν την ίδια μέρα ούτε οποιαδήποτε άλλη, πριν πάρουν σήμα ότι η μοίρα που κατευθυνόταν προς τον Εύριπο είχε φτάσει στη θέση της. Αφού λοιπόν έστειλαν αυτά τα πλοία, έγινε μια απαρίθμηση των πλοίων στους Αφέτες.
8. Στη διάρκεια της απαρίθμησης των πλοίων, συνέβη το εξής περιστατικό. Υπηρετούσε στο στρατόπεδο των Περσών ένας άνδρας που λεγόταν Σκυλλίας από τη Σκιώνη, κι ήταν ο πιο επιδέξιος δύτης της εποχής του. Αυτός, μετά το ναυάγιο των περσικών πλοίων στο Πήλιο, έβγαλε από το βυθό πολλά πολύτιμα αντικείμενα εκτός, φυσικά, από αυτά που κράτησε για τον εαυτό του. Αυτός, λοιπόν, προφανώς σχεδίαζε από καιρό να αυτομολήσει στους Έλληνες, αλλά δεν είχε βρει την κατάλληλη ευκαιρία. Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα πώς κατάφερε να φτάσει στους Έλληνες και η κοινώς αποδεκτή άποψη είναι μάλλον αμφίβολη· σύμφωνα μ’ αυτήν, βούτηξε στη θάλασσα από τους Αφέτες και δε βγήκε μέχρι που έφτασε στο Αρτεμίσιο, σε μια απόσταση δηλαδή σχεδόν ογδόντα στάδια. Κυκλοφορούν κι άλλες απίθανες ιστορίες, εκτός απ’ αυτή, σχετικά με το Σκυλλία, καθώς και μερικές πιο αληθοφανείς· όσο γι’ αυτή που μόλις ανέφερα, προσωπικά πιστεύω ότι έφτασε στο Αρτεμίσιο με πλοίο. Μόλις έφτασε, ανέφερε αμέσως στους Έλληνες στρατηγούς το πώς έγινε το ναυάγιο καθώς επίσης και την αποστολή της μοίρας που είχε ξεκινήσει να περιπλεύσει την Εύβοια.
9. Όταν άκουσαν αυτά οι Έλληνες, έκαναν σύσκεψη. Μετά από μακριά συζήτηση, αποφάσισαν να μείνουν στις θέσεις τους μέχρι αργά μετά τα μεσάνυχτα κι έπειτα να σαλπάρουν για να συναντήσουν τα πλοία. Ωστόσο, όταν είδαν ότι οι ώρες περνούσαν χωρίς να συναντούν τον εχθρό, περίμεναν ως το απόγευμα της επόμενης κι επιτέθηκαν στο κύριο σώμα του στόλου, με πρόθεση να κάνουν δοκιμή της μάχης και της δυνατότητας για διάσπαση των γραμμών του εχθρού.
10. Όταν οι στρατηγοί και οι άνδρες του Ξέρξη είδαν τους Έλληνες να επιτίθενται με τόσο λίγα πλοία, τους πέρασαν για τρελούς και κινήθηκαν αμέσως κι οι ίδιοι, βέβαιοι ότι θα νικούσαν χωρίς καμιά δυσκολία· η προσμονή τους δεν ήταν παράλογη, αν σκεφτεί κανείς ότι τα πλοία των Ελλήνων ήταν λίγα, ενώ τα δικά τους ήταν διπλάσια στον αριθμό και ταχύτερα. Με αυτή τη σκέψη, λοιπόν, προχώρησαν για να περικυκλώσουν τον εχθρό. Όσοι από τους Ίωνες έτρεφαν βαθιά συμπάθεια για τους Έλληνες και πήγαν μαζί με τους Πέρσες παρά τη θέλησή τους, απελπίστηκαν βλέποντας τον κλοιό να σχηματίζεται γύρω από τους Έλληνες και, επηρεασμένοι από τη φαινομενική αδυναμία των τελευταίων, φοβήθηκαν ότι ούτε ένας άνδρας δε θα γύριζε πίσω· αυτοί, αντίθετα, που χαίρονταν με την κατάσταση, άρχισαν να συναγωνίζονται μεταξύ τους ποιος θα κέρδιζε δώρα από τον Ξέρξη, αιχμαλωτίζοντας πρώτος ένα αττικό πλοίο, γιατί, είναι αλήθεια ότι οι Αθηναίοι ήταν οι πιο πολυσυζητημένοι στα Περσικά στρατόπεδα.
11. Με το πρώτο σύνθημα, η ελληνική μοίρα σχημάτισε έναν κλειστό κύκλο, με τις πλώρες προς τους βαρβάρους και τις πρύμνες προς το κέντρο· με το δεύτερο σύνθημα, παρ’ όλο που είχαν ελάχιστο χώρο για να κάνουν ελιγμούς κι οι πλώρες τους ήταν αντιμέτωπες μεταξύ τους, ρίχτηκαν στη μάχη και κατάφεραν να καταλάβουν τριάντα πλοία των βαρβάρων. Ανάμεσα στους αιχμαλώτους ήταν ο Φι λάονας, γιος του Χέρσιος κι αδελφός του βασιλιά της Σαλαμίνας, Γόργου, που είχε μεγάλο κύρος στο στρατόπεδο. Ο πρώτος Έλληνας που κατέλαβε εχθρικό πλοίο ήταν ο Αθηναίος Λυκομήδης, γιος του Αισχραίου, ο οποίος έλαβε και το αριστείο τιμής. Ενώ το σκοτάδι έβαζε τέλος στη ναυμαχία, η νίκη ήταν αμφίβολη. Οι Έλληνες γύρισαν στο Αρτεμίσιο κι οι βάρβαροι στους Αφέτες, ύστερα από σύγκρουση που υπήρξε πολύ διαφορετική απ’ ό,τι περίμεναν. Από τους Έλληνες που ήταν μαζί με τον βασιλιά ο μόνος που λιποτάκτησε και τάχτηκε με το μέρος των Ελλήνων στη διάρκεια της ναυμαχίας ήταν ο Λήμνιος Αντίδωρος. Οι Αθηναίοι του έδειξαν αργότερα την αναγνώρισή τους παραχωρώντας του μια έκταση γης στη Σαλαμίνα.
12. Όταν νύχτωσε —η εποχή που συνέβαιναν όλα αυτά ήταν το μεσοκαλόκαιρο— ξέσπασε δυνατή καταιγίδα, που κράτησε όλη τη νύχτα και συνοδευόταν από τρομερούς κεραυνούς από την κατεύθυνση του Πηλίου. Πτώματα και απομεινάρια από τα ναυάγια παρασύρονταν προς τους Αφέτες, έπεφταν πάνω στις πλώρες των πλοίων και χτυπούσαν τα κουπιά όσων ήταν αγκυροβολημένα· αυτά, μαζί με τον εκκωφαντικό θόρυβο των κεραυνών, έσπειραν τον πανικό στους στρατιώτες, που πίστεψαν ότι είχε έρθει το τέλος τους· και, πράγματι, είχαν πέσει σε τόσα δεινά. Προτού συνέλθουν καλά καλά από το ναυάγιο και την τρικυμία που βούλιαξε τόσα πλοία τους, αντιμετώπισαν μια σκληρή ναυμαχία. Τώρα, επιπλέον, ήταν εκτεθειμένοι σε καταρρακτώδη βροχή, ορμητικούς χειμάρρους που χύνονταν στη θάλασσα και τρομακτικούς κεραυνούς.
13. Αυτοί λοιπόν πέρασαν τέτοια νύχτα. Αλλά για τη μοίρα που είχε διαταχθεί να περιπλεύσει την Εύβοια, ήταν ακόμα χειρότερη, αφού βρισκόταν στα ανοιχτά όταν ξέσπασε η καταιγίδα. Και το τέλος τους ήταν ολέθριο. Η καταιγίδα κι η βροχή τους έπιασε ακριβώς όταν έφταναν στα Κοίλα της Εύβοιας και τα πλοία, σπρωγμένα από το δυνατό άνεμο και σχεδόν ακυβέρνητα, συντρίφτηκαν πάνω στους βράχους. Προφανώς, οι θεοί έκαναν ό,τι ήταν δυνατό για να μειώσουν την υπεροχή του Περσικού στόλου και να τον εξισώσουν με τον Ελληνικό.
14. Αυτά για την καταστροφή στα Κοίλα της Εύβοιας. Οι βάρβαροι που ήταν στους Αφέτες ένιωσαν βαθιά ανακούφιση όταν είδαν το επόμενο πρωί το φως της ημέρας· ταραγμένοι όπως ήταν, άφησαν τα πλοία τους εκεί που βρίσκονταν και δεν επιχείρησαν τίποτα για την ώρα. Στο μεταξύ, έφτασαν στους Έλληνες ενισχύσεις πενήντα τριών πλοίων από την Αττική. Η είδηση της καταστροφής όλων των Περσικών πλοίων που περιέπλεαν την Εύβοια στην καταιγίδα της περασμένης νύχτας, ήταν σπουδαία ενθάρρυνση και οι Έλληνες, ανανεωμένοι και από την άφιξη των ενισχύσεων, περίμεναν να φτάσει η ώρα της επίθεσης, που ήταν η ίδια όπως και την προηγούμενη μέρα, σήκωσαν πανιά και χτύπησαν μερικά πλοία από την Κιλικία· τα κατέστρεψαν και, ενώ έπεφτε η νύχτα, επέστρεψαν στο Αρτεμίσιο.
15. Την τρίτη μέρα οι Πέρσες στρατηγοί ένιωθαν ταπεινωμένοι που δέχτηκαν τόσα πλήγματα από τόσο μικρό στόλο· επιπλέον, είχαν αρχίσει να φοβούνται τον Ξέρξη. Έτσι, χωρίς να περιμένουν την κίνηση των Ελλήνων, έκαναν τις απαραίτητες προετοιμασίες και ξεκίνησαν γύρω στο μεσημέρι. Αυτές οι ναυμαχίες γίνονταν τις ίδιες μέρες με τις μάχες στις Θερμοπύλες. Ο στόλος έκανε όλο τον αγώνα για τα στενά του Ευρίπου, όπως ο στρατός με τον Λεωνίδα υπερασπιζόταν το στενό των Θερμοπυλών. Αντικειμενικός σκοπός των Ελλήνων, λοιπόν, ήταν να εμποδίσουν τους βαρβάρους να περάσουν στην Ελλάδα, ενώ οι βάρβαροι προσπαθούσαν να σαρώσουν τον ελληνικό στρατό και να ελευθερώσουν τη δίοδο. Ο στόλος του Ξέρξη κινήθηκε σε παράταξη για επίθεση, ενώ οι Έλληνες στο Αρτεμίσιο περίμεναν ήσυχοι. Τότε οι Πέρσες άλλαξαν τη διάταξή τους και σχημάτισαν μισοφέγγαρο με σκοπό να περικυκλώσουν τον εχθρό,
16. οπότε οι Έλληνες κινήθηκαν καταπάνω τους κι άρχισε η ναυμαχία. Σ’ αυτή τη συμπλοκή σι δύο στόλοι βγήκαν ισόπαλοι, αφού το τεράστιο μέγεθος του στρατού του Ξέρξη και το πλήθος του αποδείχτηκε ο χειρότερος εχθρός του μέσα στη σύγχυση που προκαλούσαν οι διαδοχικές συγκρούσεις των πλοίων μεταξύ τους. Παρ’ όλα αυτά, πολέμησαν γενναία για να αποφύγουν την ατίμωση να ηττηθούν από μια τόσο μικρή εχθρική δύναμη. Οι απώλειες των Ελλήνων σε πλοία και άνδρες ήταν βαριές, ενώ αυτές των Περσών ήταν ακόμα μεγαλύτερες. Η ναυμαχία δια κόπηκε μ’ αυτό τον τρόπο.
17. Σ’ αυτή τη ναυμαχία ξεχώρισαν σι Αιγύπτιοι, των οποίων το μεγαλύτερο κατόρθωμα ήταν ότι κατέλαβαν πέντε Ελληνικά πλοία μαζί με τα πληρώματά τους· από τους Έλληνες αυτή την ημέρα, ξεχώρισαν οι Αθηναίοι και ιδιαίτερα ο Κλεινίας ο γιος του Αλκιβιάδη, που υπηρετούσε με δικό του πλοίο, επανδρωμένο με διακόσιους άνδρες και με δικά του έξοδα.
18. Και οι δυο αντίπαλοι χάρηκαν με τη διακοπή της συμπλοκής και βιάστηκαν να γυρίσουν ο καθένας στο λιμάνι του. Οι Έλληνες, όταν σταμάτησαν οι εχθροπραξίες, κατάφεραν να μαζέψουν τους νεκρούς που επέπλεαν και να περισυλλέξουν ό,τι μπορούσαν από τα ναυάγια· ωστόσο, είχαν πληγεί τόσο άσχημα —ιδιαίτερα οι Αθηναίοι, που είχαν ζημιές στα μισά τους πλοία— ώστε αποφάσισαν να φύγουν στο εσωτερικό της Ελλάδας.
ellinonpaligenesia2.blogspot.gr