Παίρνει κι αυτός παστίλιες για τον πόνο του άλλου που λέει και η διαφήμιση;
“Πονάει κι εμένα ο πόνος του ελληνικού λαού” είπε ο Γιώργος Παπανδρέου σε χθεσινή του συνέντευξη του στο CNN και στην Κριστιάν Αμανπούρ! «Χρειαζόμαστε πια λιγότερη λιτότητα και έμφαση σε ακόμη περισσότερες μεταρρυθμίσεις, αυτό έλεγα πάντα», τόνισε μεταξύ άλλων ο πρώην πρωθυπουργός.
Δείτε εδώτη συνέντευξη ΓΑΠ στο CNN
Η πρώτη ερώτηση που έκανε η γνωστή δημοσιογράφος, που μίλησε για τραγωδία του ελληνικού λαού, στον πρώην πρωθυπουργό ήταν: “τι νιώθετε όταν βλέπετε τον πόνο των Ελλήνων”. Η απάντηση του Γ. Παπανδρέου ήταν: “πονάω κι εγώ γιατί αναγκάστηκα να πάρω πολύ δύσκολες αποφάσεις γιατί απειλούμασταν με χρεοκοπία. Δε μπορούσαμε να κάνουμε κάτι άλλο, αλλά περιμέναμε περισσότερη βοήθεια από την Ευρώπη”. «Όταν εμείς, προκειμένου να μειώσουμε το έλλειμμα μας, αναγκαζόμασταν να εφαρμόσουμε ένα είδος εσωτερικής υποτίμησης, το οποίο όφελος πετυχαίναμε εκμηδενιζόταν άμεσα από τις ανατιμήσεις του ευρώ. Σε αυτό το θέμα όπως και σε άλλα, παρεμφερή με την δομή του ευρωπαϊκού νομίσματος, έπρεπε και πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ των εταίρων της ευρωζώνης», είπε ο πρώην πρωθυπουργός.
Και πρόσθεσε ότι «η διαρκής λιτότητα δεν είναι λύση», ενώ σε άλλο σημείο επεσήμανε ότι «σίγουρα δεν μπορεί να εφαρμοσθεί παράλληλα με τις μεταρρυθμίσεις», φέρνοντας για παράδειγμα την ίδια την Γερμανία αμέσως μετά την ενοποίηση της όπου σύμφωνα με τον τότε καγκελάριο Γκέρχαρντ Σρέντερ «λιτότητα και μεταρρυθμίσεις δεν μπορούσαν να εφαρμοσθούν ταυτόχρονα».
Σε ερώτηση σχετικά με τα πρώτα θετικά σημάδια στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, ο Γ. Παπανδρέου τόνισε ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα με πολλές δυνατότητες σε πολλούς τομείς αλλά η προσπάθεια στον τομέα των μεταρρυθμίσεων θα πρέπει να συνεχισθεί. Αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη εφαρμογής ενός προγράμματος εκπαίδευσης ανέργων σε ευρωπαϊκή κλίμακα, αντίστοιχης του φοιτητικού προγράμματος Erasmus.
Για το θέμα της φοροδιαφυγής ζήτησε περισσότερη συνεργασία σε διεθνές επίπεδο. «Ενώ παίρνουμε μέτρα σε εθνικό επίπεδο όπως κάναμε εμείς στην Ελλάδα με την άρση του τραπεζικού απορρήτου πχ την ίσια στιγμή βλέπουμε τεράστια κεφάλαια να διακινούνται μέσω τραπεζών σε διάφορους φορολογικούς παραδείσους. Σε αυτόν το τομέα πρέπει να συνεργασθούμε όλοι. Η φοροδιαφυγή είναι παγκόσμιο πρόβλημα και όχι αποκλειστικά ελληνικό. Είναι λάθος και άδικο να «ελληνοποιούνται» όλα τα προβλήματα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Η Ελλάδα έκανε το χρέος της είπε αλλά «σαν Ευρώπη αποτύχαμε να ικανοποιήσουμε τις προσδοκίες των λαών μας. Είμαστε ακόμη διχασμένοι σε πολλά θέματα από το θέμα της τραπεζικής Ένωσης μέχρι τους τρόπους αύξησης της ανταγωνιστικότητας».
Η Ευρώπη κατέληξε χρειάζεται μια ισχυρή ηγεσία ώστε να καταστεί ένα φωτεινό παράδειγμα για όλο τον κόσμο.
newsit.gr
ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΣΤΟ COLUMBIA: «ΜΕΡΚΕΛ ΚΑΙ ΣΑΡΚΟΖΙ ΦΟΒΗΘΗΚΑΝ – ΕΙΜΑΙ ΣΙΓΟΥΡΟΣ ΟΤΙ ΘΑ ΚΕΡΔΙΖΑ ΤΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ»
Την πεποίθησή του ότι η απόφασή του να ζητήσει δημοψήφισμα ήταν σωστή και ότι εφόσον αυτό διεξαγόταν θα το κέρδιζε εξέφρασε ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, το βράδυ της Τετάρτης, στο Πανεπιστήμιο Columbia σε εκδήλωση που διοργανώθηκε προς τιμήν του.
Ο κ. Παπανδρέου μέφθηκε τους ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας εννοώντας χωρίς να τους κατονομάσει την Ανγκελα Μέρκελ και τον Νικολά Σαρκοζί γιατη στάση που τήρησαν απέναντι στην πρότασή του και σημείωσε ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να στηρίζεται πλέον στις αποφάσεις μιας ελίτ.
Μεταξύ άλλων πρότεινε τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων, την εκλογή του προέδρου της Ενωσης και την εμπέδωση της αλληλεγγύης μέσω μιας νέας μεγάλης συμφωνίας.
Ο κ. Παπανδρέου είπε μεταξύ άλλων στην ομιλία του:
Οι ευρωπαίοι ηγέτες συμπεριφερθήκαμε περισσότερο ως «τοπικοί παίχτες» που ασχολούνται με τους φόβους των εκλογικών τους περιφερειών, αντί να ηγούνται με αυτοπεποίθηση μιας πορείας προς μία πιο ισχυρή Ένωση. Παρά την τόσο απαραίτητη οικονομική βοήθεια που όντως δόθηκε στην Ελλάδα, μπορώ να πω ότι η Ε.Ε. έδρασε περισσότερο με διαιρετικό παρά με ενοποιημένο τρόπο.
Το συμπέρασμά μου; Χρειάζεται να ξαναθυμηθούμε τις θεμελιώδεις αρχές της Ευρώπης.
Αλλά και να εντοπίσουμε τους μύθους, τις λανθασμένες πολιτικές αφηγήσεις γύρω από την ελληνική κρίση που δεν επέτρεψαν στην Ευρώπη να διαγνώσει πλήρως το πρόβλημα και να αναλάβει ενιαία και αποτελεσματική δράση.
Ο πρώτος μύθος ήταν ότι αυτό που χρειαζόμασταν ήταν λιτότητα – και πολύ λιγότερο μεταρρυθμίσεις.
Στο πρώτο μου Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ως Πρωθυπουργός της Ελλάδας – είχε ήδη αρχίσει να αποκαλύπτεται το πραγματικό μέγεθος του ελληνικού ελλείμματος – όλοι ήμασταν σοκαρισμένοι από τους αριθμούς.
Μερικοί πρότειναν άμεσα και σκληρά μέτρα λιτότητας. Τους αντέτεινα ότι το έλλειμμα ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Χρειαζόμασταν, ναι, δημοσιονομική προσαρμογή, αλλά πρώτη προτεραιότητα έπρεπε να δοθεί στα βαθύτερα προβλήματα που αντιμετώπιζε η Ελλάδα.
Η Ελλάδα και η οικονομία της υπέφεραν από κακοδιαχείριση. Αυτό που χρειαζόταν η Ελλάδα δεν ήταν υπερβολική λιτότητα αλλά μία επανάσταση, με την έννοια που προσδιόρισε τον όρο ο Κορνήλιος Καστοριάδης: «Επανάσταση δεν σημαίνει ούτε εμφύλιος πόλεμος ούτε αιματοχυσία. Η επανάσταση είναι μια αλλαγή ορισμένων κεντρικών θεσμών της κοινωνίας μέσω της δραστηριότητας της ίδιας της κοινωνίας».
Αυτό χρειαζόμασταν στην Ελλάδα. Αυτό ξεκινήσαμε να κάνουμε. Ήθελα να χρησιμοποιήσω όλο το πολιτικό μου κεφάλαιο ως νέος Πρωθυπουργός για μεταρρυθμίσεις. Για την «επανάσταση του αυτονόητου», όπως την αποκαλούσα.
Αλλά αυτό σήμαινε χρόνο. Χρειαζόμασταν χρόνο. Και δυστυχώς όταν οι αγορές άρχισαν να πιέζουν, η Ευρώπη αποφάσισε να μην υποστηρίξει τις προτεραιότητές μου και να μετακινηθεί στην γνωστή φόρμουλα της λιτότητας αντί για βαθειά μεταρρύθμιση.
Ο δεύτερος μύθος ήταν ότι δεν υπήρχε ευρωπαϊκό, αλλά μόνο ελληνικό πρόβλημα.
Μια οικονομία όμως που φτάνει μόλις το 2,5% του ΑΕΠ της Ε.Ε. δεν μπορεί να είναι το πρόβλημα. Και όμως πολλά μέσα ενημέρωσης, ακόμα και σοβαροί πολιτικοί μιλούσαν για τεμπέληδες Έλληνες. Αυτό εξελίχθηκε σε μια αφήγηση για τους τεμπέληδες νοτιοευρωπαίους που πρέπει να τιμωρηθούν. Ήταν πολύ βολικό για ορισμένους να κατηγορούν την Ελλάδα. Αυτό που έλεγα πάντα ήταν ότι η Ελλάδα είχε πρόβλημα αλλά η Ελλάδα δεν ήταν το πρόβλημα. Αυτό ήταν ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό πρόβλημα και έπρεπε να δράσουμε ενωμένοι αντί να ανταλλάσουμε κατηγορίες. Αλλά αυτό σήμαινε γενναίες αποφάσεις σε θέματα όπως:
Τις ελλιπείς δομές της Ευρωζώνης.
- Την απουσία πραγματικού ελέγχου από την Επιτροπή.
- Τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και την μονοδιάστατη προσκόλλησή της στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού.
- Την ανισορροπία που δημιουργείται από την παρουσία ελλειμματικών και πλεονασματικών οικονομιών σε μία ένωση με κοινό νόμισμα.
- Τα βαθύτερα αίτια πίσω από την ευρωπαϊκή ύφεση και την απώλεια ανταγωνιστικότητας απέναντι σε αναδυόμενες οικονομίες, αίτια όπως η έλλειψη πράσινων αναπτυξιακών πολιτικών.
- Οι ευρύτερες οικονομικές ανισότητες – όπως η φοροδιαφυγή μέσω φορολογικών παραδείσων και off shore εταιριών.
- Ένα φοβισμένο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα στην μετά το 2008 εποχή, που σήμαινε ελάχιστες επενδύσεις στην πραγματική οικονομία.
- Την αβεβαιότητα που δημιουργήθηκε από μία Ε.Ε. που συνήθως έκανε “πολύ λίγα, πολύ αργά” ή από τη συνεχή ανακύκλωση σεναρίων για έξοδο από την Ευρωζώνη.
Ο Peer Steinbruck, πρώην υπουργός οικονομικών της Γερμανίας και υποψήφιος για την γερμανική Καγκελαρία στις επερχόμενες εκλογές είπε πρόσφατα ότι αν η Ε.Ε. είχε εγγυηθεί τα ελληνικά ομόλογα το 2010 θα είχαμε γλυτώσει και το κόστος της υπερβολικής λιτότητας και το κόστος του τεράστιου δανεισμού για τις δανείστριες χώρες.
Έχει δίκιο. Αυτή θα ήταν μια πραγματικά ευρωπαϊκή απάντηση.
Ο τρίτος μύθος είναι ότι η Ελλάδα δεν ανταποκρίθηκε στις υποχρεώσεις της.
Παρά τις δυσκολίες, παρά τα λάθη, είχαμε πρωτόγνωρα αποτελέσματα. Με τις μεγάλες θυσίες των Ελλήνων και την ισχυρή πολιτική θέληση για αλλαγές, καταφέραμε πάρα πολλά μέσα στο Μηχανισμό Στήριξης.
Μειώσαμε το έλλειμμα μας 6,5% σε μόλις δύο χρόνια. Έτσι, χωρίς τις πληρωμές για τόκους, η Ελλάδα το 2013 θα δαπανήσει λιγότερα χρήματα από όσα εισπράττει, επιτυγχάνοντας το αποκαλούμενο πρωτογενές πλεόνασμα. Ήμασταν η πρώτη χώρα του ΟΟΣΑ σε ρυθμό μεταρρυθμίσεων μέχρι το 2011.
Αυτά οδήγησαν σε πραγματική προσαρμογή: η Ελλάδα ξανακέρδισε σε δύο χρόνια την ανταγωνιστικότητα που είχε χάσει σε μία δεκαετία από τότε που μπήκε στο ευρώ. Οι ελληνικές εξαγωγές αυξήθηκαν και το σημερινό μας έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών είναι το χαμηλότερο από την ένταξή μας στο ευρώ.
Αλλά τα ευρύτερα ευρωπαϊκά προβλήματα συνέχισαν να υπονομεύουν την εμπιστοσύνη των αγορών.
Μετά από ένα χρόνο εφαρμογής του Προγράμματος η Τρόικα αντιλήφθηκε ότι η Ελλάδα δεν θα ήταν σε θέση να επιστρέψει στις αγορές ούτε το 2012.
Έφταιγε η Ελλάδα;
Στην πραγματικότητα οι αγορές αμφισβητούσαν την αποφασιστικότητα της Ευρώπης να αντιμετωπίσει την ευρύτερη ευρωπαϊκή κρίση.
Και αυτό οδήγησε σε φαύλο κύκλο ύφεσης. Και αυτός με τη σειρά του πόνεσε πάρα πολύ την κοινωνία μας. Βρισκόμαστε τώρα στον έκτο χρόνο ύφεσης. Η ανεργία έφτασε το 27%.
Εχω τεράστια πίστη στις δυνατότητες της χώρας μου.
Το ανθρώπινο δυναμικό της, τον πολιτισμό της, την ιστορία της, τα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα σε πράσινη ενέργεια, τα αγροτικά της προϊόντα, τον τουρισμό της, τις δυνατότητές της σε ποιοτικές υπηρεσίες παιδείας.
Αλλά ζητάμε κατανόηση των πραγματικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα μας.
Και πάνω από όλα, σεβασμό στη δύσκολη προσαρμογή που κάνουμε.
Αλληλεγγύη και ελπίδα για ένα περήφανο λαό που έζησε πολέμους, δικτατορίες και εξαρτήσεις και τώρα παλεύει για την αξιοπρέπειά του.
Τίποτα περισσότερο. Τίποτα λιγότερο.
Η σημερινή πολιτική είναι συχνά πολιτική εντυπώσεων, εγκλωβίζεται στις δημοσκοπήσεις, στην επικοινωνία και στο χρήμα.
Αυτό που πραγματικά χρειαζόμαστε είναι Πολιτική Εμπιστοσύνης.
Εμπιστοσύνη στις ικανότητες των πολιτών μας, ενισχύοντας θεσμούς και δημοκρατικές πρακτικές που εγγυώνται την αλληλεγγύη, την μόρφωση, τη διαφάνεια και τη συμμετοχή.
Στην Ευρώπη χρειαζόμαστε να ξαναποκτήσουμε αυτό το πνεύμα. Προτείνω: μία νέα Μεγάλη Συμφωνία.
Πρώτα από όλα, να σταματήσουμε την ρατσιστική ρητορική αναζήτησης αποδιοπομπαίων τράγων, που υπονομεύει όλα όσα αντιπροσωπεύει η Ε.Ε.
Δεύτερον, χρειαζόμαστε μια πραγματική στρατηγική πράσινης ανάπτυξης, με επενδύσεις στις υποδομές, την ανανεώσιμη ενέργεια και την εκπαίδευση. Με αύξηση των ιδίων πόρων μέσω νέων εργαλείων όπως ο Φόρος επί των Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών ή ο Φόρος επί των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Μιλάω για την πράσινη ανάπτυξη γιατί είναι η μόνη βιώσιμη επένδυση που θα μας εξασφαλίσει μελλοντική ανταγωνιστικότητα.
Τρίτον, χρειαζόμαστε πολιτική συνοχής για τους ανέργους. Στην Ελλάδα η ανεργία των νέων φτάνει το 62%. Στη Γερμανία βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά. Και όμως -για πολλούς λόγους- η κινητικότητα των εργαζομένων στο εσωτερικό της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς είναι εξαιρετικά περιορισμένη.
Μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα Ταμείο υποτροφιών που θα δίνει στους ανέργους τη δυνατότητα επανεκπαίδευσης σε όποια χώρα επιθυμούν.
Ένα πρόγραμμα τύπου “Erasmus” για τους ανέργους.
Χρειαζόμαστε επίσης βαθύτερη ενοποίηση. Δημοσιονομική και δημοκρατική – όπως ένας άμεσα εκλεγμένος Πρόεδρος της Ένωσης.
Και τέλος χρειάζεται να ξανασκεφτούμε το πώς αντιμετωπίζουμε το θέμα του χρέους σε χώρες που βρίσκονται σε προγράμματα προσαρμογής. Η ύφεση και τα πολιτικά μπρος-πίσω στην Ευρώπη, δείχνουν το δρόμο για τη Μεγάλη Συμφωνία που διαφαίνεται στον ορίζοντα: Βαθειά μεταρρύθμιση για οριστική αντιμετώπιση του χρέους. Και αυτό μπορεί να χρειαστεί επικύρωση μέσω δημοψηφισμάτων.
Δεν μπορούμε πλέον να εξαρτόμαστε από μια Ευρώπη που βασίζεται σε αποφάσεις κάποιων ελίτ.
Η άνοδος του εξτρεμισμού είναι αποτέλεσμα ενός αισθήματος πλήρους αποδυνάμωσης του πολίτη.
Ότι έχουμε, αν έχουμε πολύ μικρή δυνατότητα να ορίσουμε, πόσο μάλλον να αλλάξουμε τη μοίρα μας.
Για αυτό αναζητάμε σωτήρες, αποδιοπομπαίους τράγους ακόμη και τη βία ως διέξοδο.
Το αντίδοτο πρέπει να είναι η ενδυνάμωση των πολιτών μας, των λαών μας.
Τα δημοψηφίσματα δεν είναι βέβαια μαγικές λύσεις, υπάρχουν πολλές μορφές δημοκρατικής συμμετοχής που μπορούν να ενισχύσουν την κοινωνική αποδοχή και στήριξη σε ένα Πρόγραμμα.
Στα τέλη του 2011 είχα μόλις διαπραγματευτεί το μεγαλύτερη διαγραφή χρέους στη σύγχρονη ιστορία, μια ελάφρυνση χρέους 100 δισ. και ένα νέο πρόγραμμα στήριξης για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε.
Φυσικά αυτό θα σήμαινε συνεχιζόμενη δημοσιονομική προσαρμογή, αλλά το κυριότερο ήταν ότι η συμφωνία αυτή θα πίεζε για περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στη χώρα μας. Ενάντια σε κατεστημένα συμφέροντα, την φοροδιαφυγή και τη διαφθορά.
Στις Κάννες, δέχθηκα κριτική από ευρωπαίους εταίρους μου για την πρόταση μου για δημοψήφισμα. Φοβόντουσαν την αναταραχή που μπορούσε να προκαλέσει ένα δημοψήφισμα στις αγορές.
Τους απάντησα ότι θα μπορέσουμε να αποκτήσουμε την εμπιστοσύνη των αγορών, μόνο όταν πρώτα έχουμε αποκτήσει την εμπιστοσύνη των λαών μας.
Είμαι βέβαιος ότι θα είχαμε κερδίσει το δημοψήφισμα. Εν πάση περιπτώσει αυτό που σίγουρα κατάφερα ήταν να δημιουργήσω μία ευρεία πολιτική συναίνεση για τη Συμφωνία που είχα πετύχει, συναίνεση που δεν υπήρχε μέχρι τότε μεταξύ των πολιτικών κομμάτων.
iefimerida.gr